βάρου

βάρου
βά̱ρου , βᾶρον
spice
neut gen sg
βά̱ρου , βᾶρος
spice
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Γερμανικός, Ιούλιος Καίσαρ — (Julius Caesar Germanicus, 15 π.Χ. – Αντιόχεια 19 μ.Χ.). Ρωμαίος στρατηγός. Γιος του Νέρωνα Κλαύδιου Δρούσου, αδελφού του Τιβέριου, μετά τον θάνατο του πατέρα του (4 π.Χ.) υιοθετήθηκε από τον θείο του Τιβέριο, τον οποίο συνόδευσε (7 μ.Χ.) στην… …   Dictionary of Greek

  • Αύγουστος, Γάιος Ιούλιος Καίσαρ Οκταβιανός — (Gaius Julius Caesar Octavianus Augustus, Ρώμη 63 π.Χ. – Νόλα 14 μ.Χ.). Ρωμαίος αυτοκράτορας. Ήταν γιος του Γάιου Οκτάβιου και της Αττίας, ανιψιάς του Καίσαρα, ο οποίος τον υιοθέτησε (45 π.Χ.) και τον όρισε με διαθήκη κληρονόμο του. Όταν πέθανε ο …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”